farci
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | farci | farcis |
θηλυκό | farcie | farcies |
Επίθετο
[επεξεργασία]farci (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | farci | farcis |
θηλυκό | farcie | farcies |
farci (fr)