fart about
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | fart about |
γ΄ ενικό ενεστώτα | farts about |
αόριστος | farted about |
παθητική μετοχή | farted about |
ενεργητική μετοχή | farting about |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]fart about (en)