festoon
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία en[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
/fɛˈstuːn/
Ρήμα[επεξεργασία]
festoon (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
festoon (en)
- διάκοσμος, στολισμός, διακόσμηση
- πχ. * γιρλάντα, κρόσια, ύφασμα που πτυχώνει περίτεχνα
- Συνώνυμα: decoration, draped loops, decorative elements