fielleux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fielleux | fielleux |
θηλυκό | fielleuse | fielleuses |
Επίθετο[επεξεργασία]
fielleux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fielleux | fielleux |
θηλυκό | fielleuse | fielleuses |
fielleux (fr)