Μετάβαση στο περιεχόμενο

fire extinguisher

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
fire extinguisher fire extinguishers

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

fire extinguisher (en)  δείτε τις λέξεις fire και extinguisher

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]