flatteur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | flatteur | flatteurs |
θηλυκό | flatteuse | flatteuses |
flatteur (fr)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | flatteur | flatteurs |
θηλυκό | flatteuse | flatteuses |
flatteur (fr)
- ο κόλακας