flexion

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
flexion < λατινική flexio

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
flexion flexions

flexion (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]