flugpilko
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flugpilko | flugpilkoj |
αιτιατική | flugpilkon | flugpilkojn |
flugpilko (eo)
- το βόλεϊ
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flugpilko | flugpilkoj |
αιτιατική | flugpilkon | flugpilkojn |
flugpilko (eo)