fob
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
fob | fobs |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]fob (en)
- η καδένα, αλυσίδα για ρολόι τσέπης
- η τσέπη του γιλέκου όπου τοποθετείται το ρολόι τσέπης
ενικός | πληθυντικός |
fob | fobs |
fob (en)