glata
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | glata | glataj |
αιτιατική | glatan | glatajn |
glata (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | glata | glataj |
αιτιατική | glatan | glatajn |
glata (eo)