goulu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
goulu < goulu

Επίθετο

[επεξεργασία]
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό goulu goulus
θηλυκό goulue goulues

goulu (fr)

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • goulûment (παραδοσιακή ορθογραφία)
  • goulument (ορθογραφία του 1990)