grounding

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

  1. προσάραξη σε αβαθή
  2. τιμωρία
  3. θεμελίωση

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

grounding (en)