guarda
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
guarda | guardas |
guarda (pt) αρσενικό
- ο φύλακας
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
guarda | guardas |
guarda (pt) θηλυκό