habillage
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
habillage | habillages |
habillage (fr) αρσενικό
- το ντύσιμο
ενικός | πληθυντικός |
habillage | habillages |
habillage (fr) αρσενικό