hail from
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | hail from |
γ΄ ενικό ενεστώτα | hails from |
αόριστος | hailed from |
παθητική μετοχή | hailed from |
ενεργητική μετοχή | hailing from |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
hail from (en)