heiß

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Επίθετο[επεξεργασία]

heiß (de)

  1. πολύ ζεστός
  2. καυτός
  3. διακαής
  4. σφοδρός
  5. θερμός

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]