hyperonyme
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.pɛ.ʁɔ.nim/
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hyperonyme | hyperonymes |
hyperonyme (fr) αρσενικό
- το υπερώνυμο
- «Insecte» est l'hyperonyme de «abeille», «fourmi», etc.
- «Έντομο» είναι το υπερώνυμο των «μέλισσα», «μυρμήγκι», κ.λπ.
- «Insecte» est l'hyperonyme de «abeille», «fourmi», etc.