Μετάβαση στο περιεχόμενο

in terms of

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
in terms of <  δείτε τις λέξεις in, terms και of

Έκφραση

[επεξεργασία]

in terms of (en) (ιδιωματισμός)

  • από την άποψη, όσον αφορά, σε κάποιους όρους
      in terms of price/quality/political cost - από την άποψη τιμής/ποιότητας/πολιτικού κόστους
      In terms of circulation it is the first newspaper in Greece.
    Από την άποψη κυκλοφορίας είναι η πρώτη εφημερίδα στην Ελλάδα.
      The company has now overtaken its main rival in terms of size and reach.
    Η εταιρεία έχει πλέον ξεπεράσει τον κύριο αντίπαλό της όσον αφορά το μέγεθος και την εμβέλεια.
      The results were analyzed in percentage terms.
    Τα αποτελέσματα αναλύθηκαν σε ποσοστιαίους όρους.
      In practical terms this law may be difficult to enforce.
    Στην πράξη, αυτός ο νόμος μπορεί να είναι δύσκολο να εφαρμοστεί.

Συνώνυμα

[επεξεργασία]
  •  δείτε την πρόθεση about