infarction
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
infarction | infarctions |
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɪnˈfɑːkʃ(ə)n/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
infarction (en)
Δείτε επίσης : infraction |
ενικός | πληθυντικός |
infarction | infarctions |
infarction (en)