inoculate
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης
:
immaculate
,
inaccurate
,
inoculate
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ρήμα
[
επεξεργασία
]
εμβολιάζω
Συνώνυμα
[
επεξεργασία
]
vaccinate
against (something/a pathogen)
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ρήματα (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Català
English
Español
Eesti
فارسی
Suomi
Français
Magyar
Ido
Italiano
日本語
한국어
Malagasy
മലയാളം
Nederlands
Oromoo
Polski
Simple English
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
اردو
Tiếng Việt
中文