into
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Πρόθεση[επεξεργασία]
into (en)
- μέσα σε
- στον, στην, στο, στους, στις, στα, σε, εις
- ↪ translate into ... - μεταφράζω στα ...