juicy

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός juicy
συγκριτικός juicier
υπερθετικός juiciest

Ετυμολογία [επεξεργασία]

juicy < juice + -y

Επίθετο[επεξεργασία]

juicy (en)

  • χυμώδης, ζουμερός
    a juicy fruit - χυμώδης καρπός
    juicy lemons/pears - ζουμερά λεμόνια/αχλάδια

Πηγές[επεξεργασία]