Μετάβαση στο περιεχόμενο

keel over

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας keel over
γ΄ ενικό ενεστώτα keels over
αόριστος keeled over
παθητική μετοχή keeled over
ενεργητική μετοχή keeling over

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
 δείτε τις λέξεις keel και over

keel over (en)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]