keep clear
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
keep clear (en)
- (ιδιωματισμός) αποφεύγω
- ↪ Keep clear of John.
- Να αποφεύγεις το Γιάννη.
- ↪ Keep clear of John.