kiki
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
kiki | kikis |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]kiki (fr) αρσενικό
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- (οικείο) φιλικό επιφώνημα
- C'est parti, mon kiki ! Πάμε! Ξεκινάμε! Αρχίζουμε!