Μετάβαση στο περιεχόμενο

king

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
king kings

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kɪŋ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

king (en) (θηλυκό queen)

Συγγενικά

[επεξεργασία]