laberinth
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
laberinth | laberinths |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
laberinth (en)
- (απαρχαιωμένο) → δείτε τη λέξη labyrinth λαβύρινθος
ενικός | πληθυντικός |
laberinth | laberinths |
laberinth (en)