lande
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
lande | landes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lande (fr) θηλυκό
- άγονη γη όπου φυτρώνουν μόνο μερικά αγριόχορτα
ενικός | πληθυντικός |
lande | landes |
lande (fr) θηλυκό