loathsome

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

loathsome (en)

  1. κινητοποιημένος από μίσος
  2. αποκρουστικός
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη unpleasant
  3. φρικαλέος