lung
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
lung | lungs |
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]lung (en)
Πηγές
[επεξεργασία]
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]lung (ro)