maritime
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
maritime (en)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
maritime | maritimes |
maritime (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- transport maritime - θαλάσσια μεταφορά