matematicamente
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- matematicamente < επίθετο matematico + επίθημα -mente
Επίρρημα[επεξεργασία]
matematicamente (it)
- χρησιμοποιώντας τα μαθηματικά
- (κατ’ επέκταση) ακριβώς, με μαθηματική ακρίβεια