mecz
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
mecz < (άμεσο δάνειο) αγγλική match
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mecz (pl) αρσενικό
- ο αγώνας, το ματς
mecz < (άμεσο δάνειο) αγγλική match
mecz (pl) αρσενικό