Μετάβαση στο περιεχόμενο

miri

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
miri < λείπει η ετυμολογία
ρήμα miri
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας miras miranta mirata
αόριστος miris mirinta mirita
μέλλοντας miros mironta mirota
υποθετική mirus - -
προστακτική miru - -

miri (eo)