Μετάβαση στο περιεχόμενο

moite

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
moite moites

Επίθετο

[επεξεργασία]

moite (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]