monochrome
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
monochrome (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
monochrome | monochromes |
Επίθετο[επεξεργασία]
monochrome (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Αντώνυμα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
- monochrome
- monochromie (σπάνιο)
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
monochrome (es)