multiplication
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]multiplication (en) (μη μετρήσιμο)
- (αριθμητική) ο πολλαπλασιασμός
- ⮡ The result of multiplication can be positive or negative.
- Το αποτέλεσμα του πολλαπλασιασμού μπορεί να είναι θετικό ή αρνητικό.
- ⮡ The result of multiplication can be positive or negative.
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
multiplication | multiplications |
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]multiplication (fr) θηλυκό