Μετάβαση στο περιεχόμενο

murdar

Από Βικιλεξικό

Ρουμανικά (ro)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
murdar < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική مردار (murdar) (τουρκική murdar) < απώτατης αρχή: περσική مردار (mordār)

Επίθετο

[επεξεργασία]

murdar (ro)



Τουρκικά (tr)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
murdar < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική مردار (murdar) < απώτατης αρχή: περσική مردار (mordār)

Επίθετο

[επεξεργασία]

murdar (ro)