na
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αφρικάανς (af) [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
na (af)
Βενετικά (vec)[επεξεργασία]
Άρθρο[επεξεργασία]
na (vec)
Κουρδικά (ku) [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
na (ku)
Ουαλικά (cy)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
na (cy)
Πολωνικά (pl) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Πρόθεση[επεξεργασία]
na (pl)
- σε (στον/στην/στο)
- προς (τον/την/το)
- πάνω ή μέσα σε (στον/στην/στο)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- όταν δείχνει θέση συντάσσεται με τοπική (miejscownik)
- coś znajduje się na stole/podłodze/ulicy - κάτι βρίσκεται στο τραπέζι/πάτωμα/δρόμο
- όταν δείχνει κίνηση συντάσσεται με αιτιατική (biernik)
- coś przemieszcza się na stół/podłogę/ulicę - κάτι μεταφέρεται(μετακινείται) στο τραπέζι/πάτωμα/δρόμο
Πορτογαλικά (pt) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Συγχώνευση[επεξεργασία]
na (pt)
Τσεχικά (cs)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Πρόθεση[επεξεργασία]
na (cs)
- σε (στον/στην/στο)
- προς (τον/την/το)
- πάνω ή μέσα σε (στον/στην/στο)
Φιλιππινέζικα (tl) [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
na (tl)