narcissist

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
narcissist narcissists

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

narcissist (en)

Συγγενικά

[επεξεργασία]