on sight

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
on sight < → δείτε τις λέξεις on και sight

Έκφραση

[επεξεργασία]

on sight (en)

  • επί τη εμφανίσει
    ⮡  It is payable on sight and at a specific date.
    Πληρώνεται επί τη εμφανίσει και σε συγκεκριμένη ημερομηνία.