on sight
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Έκφραση
[επεξεργασία]on sight (en)
- επί τη εμφανίσει
It is payable on sight and at a specific date.
- Πληρώνεται επί τη εμφανίσει και σε συγκεκριμένη ημερομηνία.