Μετάβαση στο περιεχόμενο

overhear

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]
ενεστώτας overhear
γ΄ ενικό ενεστώτα overhears
αόριστος overheard
παθητική μετοχή overheard
ενεργητική μετοχή overhearing
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

overhear (en)