ozono
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ozono | ozonoj |
αιτιατική | ozonon | ozonojn |
ozono (eo)
- το όζον
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ozono | ozonoj |
αιτιατική | ozonon | ozonojn |
ozono (eo)