paire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
paire | paires |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
paire (fr) θηλυκό
- το ζευγάρι
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη pair
ενικός | πληθυντικός |
paire | paires |
paire (fr) θηλυκό