Μετάβαση στο περιεχόμενο

palude

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
palude paludi

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
palude < λατινική palus

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

palude (it)