partageable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
partageable | partageables |
Επίθετο[επεξεργασία]
partageable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
partageable | partageables |
partageable (fr) αρσενικό ή θηλυκό