passacaille

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

passacaille < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pa.sa.kaj/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
passacaille passacailles

passacaille (fr) θηλυκό

  • στο θέατρο, αργός χορός σε τρεις χρόνους, πολύ στη μόδα στη Γαλλία των 17ου και 18ου αιώνων