patates
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- patates < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική پاتاتس (patates) < νέα ελληνική πατάτες, πληθυντικός του πατάτα < ιταλική patata < ισπανική patata < ταΐνο batata
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
patates (tr) (πληθυντικός: patatesler)
- η πατάτα
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα οθωμανικά τουρκικά (τουρκικά)
- Προέλευση λέξεων από τα οθωμανικά τουρκικά (τουρκικά)
- Προέλευση λέξεων από τα νέα ελληνικά (τουρκικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (τουρκικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ισπανικά (τουρκικά)
- Προέλευση λέξεων από τη γλώσσα ταΐνο (τουρκικά)
- Τουρκική γλώσσα
- Ουσιαστικά (τουρκικά)
- Αντίστροφο λεξικό (τουρκικά)