pedipalp

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: palpate, pedestal, pes

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Με πράσινο χρώμα τα pedipalps.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

pedipalp < λατινική pēs (πόδι, πους) + palpō (αγγίζω απαλά)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈpɛdɪpʌlp/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
pedipalp pedipalps

pedipalp (en)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

  • palp (λαϊκότροπο)