pistil
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
pistil | pistils |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pistil (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
pistil | pistils |
pistil (fr) αρσενικό